Το Δημοτικό σχολείο δίνει στο παιδί την ευκαιρία να κατακτήσει αρχικά το γραπτό λόγο και στη συνέχεια να αποκτήσει γνώσεις σε διάφορους τομείς καθώς και να διαμορφώσει την προσωπικότητά του.
Το παιδί που έρχεται στο δημοτικό σχολείο πρέπει – και με τη βοήθεια του Νηπιαγωγείου – να έχει ξεπεράσει τον εγωκεντρισμό της νηπιακής ηλικίας.
Το δημοτικό σχολείο το βοηθά να οργανώσει περισσότερο τα στοιχεία της προσωπικότητάς του τόσο στον πνευματικό τομέα, όσο και στον κοινωνικό. Ιδίως από την πλευρά της κοινωνικοποίησης του ατόμου η περίοδος αυτή έχει βασική σημασία. Πρέπει να αφήσει το «εγώ» και να περάσει στο «εμείς» δηλαδή από το άτομο στην ομάδα. Για το πέρασμα αυτό χρειάζονται ευκαιρίες που δίνει η οργανωμένη σχολική ζωή, τα ομαδικά καθήκοντα, οι ομαδικές εργασίες, οι ομάδες ελεύθερης επιλογής κ.α.
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα η όλη μας εργασία στο Δημοτικό σχολείο ακολουθεί τις παρακάτω αρχές:
Ακολουθούμε το δικό μας σύστημα εργασίας δηλαδή το παιδαγωγικό σύστημα της Μαρίας Χουρδάκη, το οποίο έχουμε προσαρμόσει στο αναλυτικό πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων.
Χρησιμοποιούμε πλούσιο έντυπο υλικό για περισσότερη εξάσκηση και εμπέδωση. Φροντίζουμε όσο το δυνατόν οι εργασίες να γίνονται στο σχολείο έτσι ώστε τα παιδιά να κατανοούν απόλυτα κάθε ενότητα και να αποκτούν τις γνώσεις που θα τα βοηθήσουν να προχωρήσουν.
Οι εργασίες που τους αναθέτουμε στο σπίτι έχουν καθαρά εμπεδωτικό χαρακτήρα και είναι προσεκτικά επιλεγμένες και διαμορφωμένες έτσι ώστε να καλύπτουν όλη την ύλη που διδάχτηκαν στο σχολείο και να μπορούν να τις ολοκληρώνουν με ευκολία.
Οι δάσκαλοι όλων των τάξεων καθοδηγούν τα παιδιά ως προς τον τρόπο μελέτης στο σπίτι ώστε να τελειώνουν χωρίς δυσκολία και γρηγορότερα τις εργασίες.
Επίσης στην αρχή της σχολικής χρονιάς οι δάσκαλοι ενημερώνουν τους γονείς για τον τρόπο εργασίας μας μέσα στην τάξη.
Το παιδί πρέπει να συνηθίσει, από νωρίς στο σωστό σύστημα εργασίας που στηρίζεται στην προσωπική του προσπάθεια και ευθύνη. Γι’ αυτό δίνουμε σε κάθε παιδί όλες τις παιδαγωγικές ευκαιρίες της ενθάρρυνσης, της παραδοχής, της αυτοεκτίμησης, ώστε αφού πιστέψει στον εαυτό του και τις δυνάμεις του, να αναλάβει τα καθήκοντα του με πίστη, πως θα τα καταφέρει.
Δεν το αποθαρρύνουμε, δεν το απογοητεύουμε.
Όταν υπάρξουν δυσκολίες, ερευνούμε τις αιτίες τους π.χ. σύστημα εργασίας του παιδιού, ρυθμός εργασίας, πνευματικές αδυναμίες ή οργανικές, αγχώδης ή πιεστική ψυχολογία γονέων κ.λ.π.
Καλούμε τότε τους γονείς, συζητούμε τα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση του ζητήματος.
Απαραίτητο, βέβαια, και οι γονείς να είναι δεκτικοί αυτού του τρόπου συνεργασίας, με το διδακτικό προσωπικό και με την ψυχολόγο του σχολείου.
Οι τιμωρίες, οι απειλές, οι προσβολές δεν εντάσσονται στο σύστημα εργασίας μας.
Αντί γι’ αυτά χρησιμοποιούμε την πειθώ, το διάλογο, την υπομονή.
Συνεργαζόμαστε με το παιδί, του εξηγούμε τις δυσκολίες ή τα λάθη του, σε ότι αφορά την επίδοση ή τη συμπεριφορά του και ζητούμε τη συνειδητή συμμετοχή του, ώστε να τα διορθώσει.
Η μέθοδος αυτή είναι δύσκολη μα έχει ήδη αποδώσει, στην πράξη μας θαυμάσια αποτελέσματα ως προς την ωρίμανση των μαθητών και την ανάπτυξη της εσωτερικής πειθαρχίας στο σχολείο μας.